Υπογονιμότητα

Υπογονιμότητα

Τι είναι η υπογονιμότητα;

Υπογονιμότητα ονομάζεται η αδυναμία ενός ζευγαριού να συλλάβει μετά από 12 μήνες ελεύθερων σεξουαλικών επαφών.


Η υπογονιμότητα χαρακτηρίζεται σαν πρωτοπαθής, αν δεν έχει επιτευχθεί ποτέ εγκυμοσύνη και σαν δευτεροπαθής, όταν έχει επιτευχθεί στο παρελθόν εγκυμοσύνη, ανεξάρτητα από την έκβαση της.

Πόσο συχνή είναι;

Περίπου το 15% των ζευγαριών σήμερα αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας.

Ποια είναι τα αίτια της υπογονιμότητας;

Η υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε περισσότερους από έναν παράγοντες. Ορισμένα αίτια υπογονιμότητας είναι εύκολο να αναγνωρισθούν και να θεραπευτούν, ενώ άλλα όχι.

Τα αίτια μπορεί να εντοπίζονται στη γυναίκα (35%) ή στον άνδρα (35%) ή να αφορούν και τους δυο (15%). Σε ένα ποσοστό 15% περίπου, των υπογόνιμων ζευγαριών δε θα αναγνωριστεί κανένα αίτιο (ανεξήγητη υπογονιμότητα).

Στους άνδρες η υπογονιμότητα είναι αποτέλεσμα διαταραχών στην ποιότητα και την ποσότητα του σπέρματος, με συνέπεια να παράγεται σπέρμα χαμηλής ποιότητας ανίκανο να γονιμοποιήσει φυσιολογικά το ωάριο της συντρόφου. Μπορεί να είναι οφείλεται σε φλεγμονές (προστατίτιδα, ορχίτιδα), γενετικές ανωμαλίες (π.χ. κρυψορχία), τραυματισμούς στα γεννητικά όργανα, απόφραξη των σπερματικών πόρων, ορμονικές διαταραχές, ανοσολογικούς παράγοντες, παρατεταμένη έκθεσης σε υψηλές θερμοκρασίες (κιρσοκήλη) και καθημερινών συνηθειών (κάπνισμα, αλκοόλ).

Στις γυναίκες η υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε:

• Διαταραχές της ωοθυλακιορρηξίας: Μπορεί να προκαλούνται από ποικίλα αίτια, όπως σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, ενδοκρινολογικές διαταραχές κ.α.
Ενδομητρίωση.
• Διαταραχές των σαλπίγγων: Συνήθως απόφραξη από συμφύσεις ή φλεγμονές, χειρουργική αφαίρεση των σαλπίγγων.
• Διαταραχές του τραχήλου: Στένωση, ενδοτραχηλικοί πολύποδες.
• Παθήσεις της μήτρας: Ενδομητρικοί πολύποδες, ινομυώματα, ανατομικές ανωμαλίες της κοιλότητας της μήτρας.
• Γενετικές και χρωμοσωμικές ανωμαλίες.
• Ανοσολογικά αίτια.
• Μεγάλη ηλικία της υποψήφιας μητέρας: μετά τα 40 μειώνεται σημαντικά η ικανότητα της γυναίκας να συλλάβει.
• Άλλα αίτια που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής (άγχος, κάπνισμα, αλκοόλ), κ.α.

Η γονιμότητα επηρεάζεται από την ηλικία;

Η ηλικία του ζευγαριού αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα. Σε υγιή, νεαρά ζευγάρια, η πιθανότητα σύλληψης σε κάθε κύκλο της γυναίκας είναι περίπου 25%. Μετά από την ηλικία των τριάντα περίπου ετών οι πιθανότητες σύλληψης αρχίζουν σταδιακά να μειώνονται. Σημαντική μείωση παρατηρείται μετά από την ηλικία των 35 ετών.

Γονιμότητα και ηλικία

Η γονιμότητα του άνδρα επίσης μειώνεται με την ηλικία, αλλά αυτό είναι κάτι που συμβαίνει πολύ αργότερα σε σύγκριση με τις γυναίκες.
(Διαβάστε περισσότερα για την εγκυμοσύνη μετά τα 35)

Πότε πρέπει να αρχίζει η διερεύνηση της υπογονιμότητας;

Η απόφαση για την έναρξη της διερεύνησης ενός ζευγαριού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Καθοριστικό ρόλο παίζουν η ηλικία της γυναίκας και το χρονικό διάστημα που προσπαθεί το ζευγάρι για την επίτευξη μιας εγκυμοσύνης.

Η διερεύνηση αρχίζει συνήθως όταν μετά από ένα χρόνο συστηματικών σεξουαλικών επαφών, χωρίς τη χρήση αντισυλληπτικών μέσων, το ζευγάρι δεν έχει καταφέρει να συλλάβει. Το χρονικό διάστημα της αναμονής μειώνεται στους έξι μήνες σε γυναίκες άνω των 35 ετών.

Τι περιλαμβάνει η διερεύνηση της υπογονιμότητας;

Ο βασικός έλεγχος ενός υπογόνιμου ζευγαριού, θα πρέπει να περιλαμβάνει:

• Φυσική εξέταση.
• Ιατρικό ιστορικό.
• Συζήτηση σχετικά με το χρόνο και τη συχνότητα των σεξουαλικών επαφών.
• Έλεγχος σπέρματος.
• Έλεγχος ωοθυλακιορρηξίας.
• Εξετάσεις για τον έλεγχο της μήτρας και της βατότητας των σαλπίγγων (υστεροσαλπιγγογραφία).

Ο βασικός έλεγχος μπορεί να ολοκληρωθεί σύντομα και θα καθορίσει αν θα απαιτηθεί περαιτέρω διερεύνηση του ζευγαριού.

Ποιος είναι ο βασικός έλεγχος για τον άνδρα;

Η ανάλυση σπέρματος παίζει βασικό ρόλο στην εξέταση του άνδρα. Μπορεί να χρειαστεί να γίνει περισσότερες από μία φορές. Το σπέρμα προσλαμβάνεται με αυνανισμό και ελέγχεται στο εργαστήριο.

Σπερματοζωάρια

Οι παράμετροι που εξετάζονται είναι:
• Ο αριθμός των σπερματοζωαρίων.
• Η μορφολογία τους.
• Η κινητικότητα τους.
• Η παρουσία ενδείξεων λοίμωξης.

Ο άνδρας μπορεί να χρειασθεί να παραπεμφθεί σε ειδικό ουρολόγο, για τη διερεύνηση και αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων.

Ποιος είναι ο βασικός έλεγχος για τη γυναίκας;

Ο βασικός έλεγχος για τη γυναίκα ξεκινάει με το ιατρικό ιστορικό και τη φυσική εξέταση. Το ιατρικό ιστορικό θα πρέπει να περιλαμβάνει:

• Ιστορικό κυήσεων (σε περιπτώσεις δευτεροπαθούς υπογονιμότητας).
• Περιγραφή των χαρακτηριστικών του κύκλου.
• Ιστορικό λοιμώξεων.
• Χρήση αντισύλληψης.
• Σεξουαλικές επαφές: Μη συχνές επαφές ή έντονη δυσπαρεύνεια (πόνος κατά την επαφή) μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα.
• Ατομικό ιστορικό: Χρόνιες παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, οι παθήσεις του θυρεοειδή, η υπερανδρογοναιμία κ.α., μπορούν να προκαλέσουν ανωοθυλακιορρηξία και υπογονιμότητα.
• Χειρουργικό ιστορικό: Επεμβάσεις στην κοιλιά ή την πύελο μπορεί να έχουν οδηγήσει στο σχηματισμό συμφύσεων και να επηρεάζουν τη βατότητα των σαλπίγγων.
• Προηγούμενες θεραπείες υπογονιμότητας.
• Οικογενειακό ιστορικό: Γενετικά και ενδοκρινολογικά προβλήματα, όπως η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια (πρώιμη εμμηνόπαυση), θα πρέπει να ελέγχονται.

Η εξέταση της γυναίκας μπορεί να περιλαμβάνει μία από τις παρακάτω εξετάσεις:

Τεστ Παπανικολάου.
• Άμεσο κολπικό παρασκεύασμα και καλλιέργειες.
• Αιματολογικές και ορμονικές εξετάσεις.
Κολπικό υπερηχογράφημα: Με την εξέταση αυτή απεικονίζονται η μήτρα και οι ωοθήκες και μπορούν να αναγνωριστούν ορισμένες παθολογικές καταστάσεις (ινομυώματα, κύστεις, υδροσάλπιγγες κ.α.) που μπορεί να αποτελούν το αίτιο της υπογονιμότητας.
Υστεροσαλπιγγογραφία: Είναι ακτινολογική εξέταση. Πραγματοποιείται μετά από την έμμηνο ρύση. Με τη βοήθεια ενός λεπτού καθετήρα εισάγεται στη μήτρα μια μικρή ποσότητα σκιαγραφικής ουσίας και στη συνέχεια γίνετε λήψη ακτινογραφιών. Η εξέταση μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες για την κατάσταση του εσωτερικού της μήτρας και για τη βατότητα των σαλπίγγων.
Υστεροσκόπηση: Με την εξέταση επιτρέπει να δούμε το εσωτερικό της μήτρας, με τη βοήθεια ειδικού οργάνου (υστεροσκόπιο) το οποίο μέσω του τραχήλου εισέρχεται στην κοιλότητα της μήτρας. Πέρα από τη διάγνωση, επιτρέπει και την άμεση αντιμετώπιση παθολογικών καταστάσεων (π.χ. ινομυώματα, ενδομήτριοι πολύποδες κ.α.), τα οποία μπορεί να αποτελούν το αίτιο της υπογονιμότητας.
Λαπαροσκόπηση: Επιτρέπει την επισκόπηση της μήτρας, των ωοθηκών και των σαλπίγγων, αλλά και των υπόλοιπων ενδοκοιλιακών οργάνων, μέσω μιας λεπτής κάμερας, που εισάγεται στην κοιλιά διαμέσου μιας μικρής τομής στον ομφαλό εξετάζονται υπό άμεση όραση η μήτρα, οι σάλπιγγες και οι ωοθήκες. Με τη λαπαροσκόπηση μπορεί να διαπιστωθεί η παρουσία καταστάσεων όπως η ενδομητρίωση και οι συμφύσεις, που αποτελούν αίτια υπογονιμότητας, και ταυτόχρονα να γίνει και η αντιμετώπιση τους.

Ποια είναι η θεραπεία της υπογονιμότητας;

Μετά από την ολοκλήρωση του διαγνωστικού ελέγχου, θα αναλυθούν σε κάθε ζευγάρι οι δυνατότητες θεραπευτικής αντιμετώπισης που είναι κατάλληλες για κάθε περίπτωση, όπως επίσης και οι πιθανότητες επιτυχίας που πιθανόν να έχει κάθε μια από αυτές.

Η θεραπεία της υπογονιμότητας εξαρτάται από τα αίτια και περιλαμβάνει πολλούς τρόπους, όπως είναι αλλαγές στον τρόπο ζωής (βελτίωση σωματικού βάρους, διακοπή καπνίσματος, μείωση κατανάλωσης αλκοόλ κ.α.) και στις σεξουαλικές συνήθειες, χορήγηση φαρμάκων (πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας, σπερματέγχυση), χειρουργική επέμβαση και τέλος, εξωσωματική γονιμοποίηση.

Η θεραπεία της υπογονιμότητας είναι αρκετά συχνά κουραστική για το ζευγάρι, χρονοβόρα, πολυέξοδη και συχνά ανεπιτυχής. Η επιλογή του κατάλληλου τρόπου θεραπείας θα εξαρτηθεί σε κάθε περίπτωση, από την αιτία της υπογονιμότητας, αλλά και από τις ιδιαιτερότητες και επιθυμίες του κάθε ζευγαριού.

 


Σχετικά θέματα: