Ενδομητρίωση
Τι είναι η ενδομητρίωση;
Είναι η μια πάθηση στην οποία ενδομητρικός ιστός (που φυσιολογικά βρίσκεται στην κοιλότητα της μήτρας) αναπτύσσεται σε άλλα όργανα όπως οι ωοθήκες, οι σύνδεσμοι της μήτρας, η ουροδόχος κύστη, το περιτόναιο κ.α.
Πως προκαλείται η ενδομητρίωση;
Η αιτιολογία της ενδομητρίωσης παραμένει άγνωστη. Έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες για την ερμηνεία της ανάπτυξης της νόσου, όπως η παλινδρόμηση προϊόντων της έμμηνου ρύσεως, η μετάπλαση κυττάρων του περιτοναίου και η διασπορά ενδομητρικών κυττάρων μέσω της κυκλοφορίας σε άλλα όργανα. Όμως καμιά από τις θεωρίες αυτές δε μπορεί να εξηγήσει επαρκώς όλες τις περιπτώσεις ενδομητρίωσης.
Επιπλέον φαίνεται ότι στην ανάπτυξη της νόσου εμπλέκονται γενετικοί και ανοσολογικοί μηχανισμοί.
Πόσο συχνή πάθηση είναι η ενδομητρίωση;
Η ακριβής συχνότητα εμφάνισης της ενδομητρίωσης στο γενικό πληθυσμό είναι άγνωστη, επειδή δεν υπάρχει μη επεμβατική μέθοδος για τη διάγνωση της. Υπολογίζεται ότι αφορά περίπου το 10% του γενικού πληθυσμού.
Σε περιπτώσεις υπογονιμότητας ενδομητρίωση βρίσκεται σε ποσοστό περίπου 40%, ενώ σε γυναίκες με δυσμηνόρροια στο 60%.
Ποια είναι τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης;
- Πόνος. Εμφανίζεται συνήθως πριν και κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρύσεως (δυσμηνόρροια) και εντοπίζεται κυρίως στην κοιλιά και στην οσφύ. Σε περιπτώσεις εκτεταμένης νόσου με σχηματισμό συμφύσεων μπορεί να υπάρχει πόνος σε όλη τη διάρκεια του κύκλου της γυναίκα. Η ένταση του πόνου δε σχετίζεται με την έκταση της νόσου. Σε περιπτώσεις βαριάς ενδομητρίωσης μπορεί να προκληθεί δυσπαρευνία (πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή).
- Υπογονιμότητα. Η ενδομητρίωση προκαλεί υπογονιμότητα, λόγω της διαταραχής των ανατομικών σχέσεων των σαλπίγγων και των ωοθηκών: εγκλωβισμό των ωοθηκών σε συμφύσεις, καταστροφή σαλπιγγικού και ωοθηκικού ιστού. Επίσης η φλεγμονώδης αντίδραση που προκαλεί επηρεάζει αρνητικά τη μεταφορά ή και τη λειτουργία των σπερματοζωαρίων.
- Διαταραχές του κύκλου και αιμορραγίες.
Σε γυναίκες με εκτεταμένη ενδομητρίωση μπορούν να εμφανιστούν διαταραχές από το γαστρεντερικό (δυσκοιλιότητα ή διάρροιες, μετεωρισμός, απώλεια αίματος), το ουροποιητικό (επώδυνη ούρηση, αιματουρία).
Πως γίνετε η διάγνωση της ενδομητρίωσης;
Η διάγνωση της ενδομητρίωσης γίνετε με τη λαπαροσκόπηση, με την οποία είναι δυνατή η αναγνώριση των χαρακτηριστικών αλλοιώσεων που προκαλεί η ενδομητρίωση στα διάφορα όργανα.
Δεν υπάρχει κάποια παρακλινική εξέταση που να μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση της ενδομητρίωσης. Οι απεικονιστικές μέθοδοι (υπερηχογράφημα, μαγνητική τομογραφία) προσφέρουν ελάχιστα στη διάγνωση της ενδομητρίωσης, εκτός από τις περιπτώσεις ωοθηκικής εντόπισης της ενδομητρίωσης με σχηματισμών ενδομητριωσικών κύστεων (σοκολατοειδείς κύστεις).
Ποια είναι η θεραπεία της ενδομητρίωσης;
Η επιλογή της θεραπείας εξατομικεύεται για κάθε ασθενή και εξαρτάται από τα συμπτώματα, το στάδιο της νόσου, την ηλικία της ασθενούς και την επιθυμία της για διατήρηση της αναπαραγωγικής ικανότητας:
Η θεραπεία μπορεί να είναι:
- Απλή παρακολούθηση. Είναι εφικτή σε υπογόνιμες γυναίκες χωρίς εκτεταμένη ενδομητρίωση και σε γυναίκες ασυμπτωματικές ή με ήπια συμπτώματα.
- Αναλγητικά. Χορηγούνται σε περιπτώσεις γυναικών που δεν είναι επιθυμητή η άμεση τεκνοποίηση, καθώς και σε γυναίκες με ήπια ενδομητρίωση και και ελαφρά ενοχλήματα.
- Ορμονική θεραπεία. Αποσκοπεί στη διακοπή του κύκλου της γυναίκας και με τον τρόπο αυτό στην καταστολή του ενδομητρικού ιστού. Χρησιμοποιούνται διάφορα φάρμακα για το σκοπό αυτό, όπως αντισυλληπτικά σε συνεχή χορήγηση, προγεστερόνη, ανδρογόνα, GnRh ανάλογα, αναστολείς της αρωματάσης, κ.α.
- Χειρουργική θεραπεία. Μπορεί να είναι συντηρητική ή ριζική.
Η ριζική θεραπεία εφαρμόζεται σε γυναίκες που δεν επιθυμούν τη διατήρηση της αναπαραγωγικής τους ικανότητας και εμφανίζουν έντονη συμπτωματολογία. Συνίσταται σε υστερεκτομή, ωοθηκεκτομή και αφαίρεση των ενδομητριωσικών εστιών. Στη συνέχεια και ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας μπορεί να απαιτηθεί θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης.
Η χειρουργική θεραπεία σήμερα γίνεται λαπαροσκοπικά. Αποσκοπεί στην εξαίρεση ή καταστροφή των ενδομητριωσικών εστιών, σε λύση των συμφύσεων και στην κατά το δυνατό αποκατάσταση της ανατομίας της πυέλου. Μετά τη χειρουργική θεραπεία μπορεί να απαιτηθεί η χορήγηση συμπληρωματικής θεραπείας με GnRh ανάλογα για 3-6 μήνες.
- Εφαρμογή τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Συνίσταται σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και σε γυναίκες στις οποίες απέτυχαν, οι άλλες θεραπείες για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας.
Σχετικά θέματα: