Βακτηριακή κολπίτιδα
Τι είναι η βακτηριακή κολπίτιδα;
Η βακτηριακή κολπίτιδα προκαλείται από τη διαταραχή της ισορροπίας της κολπικής χλωρίδας, δηλαδή των μικροβίων που φυσιολογικά βρίσκονται στον κόλπο.
Κάθε περιοχή του σώματος, όπως και ο κόλπος περιέχει βακτήρια. Μερικά από αυτά είναι ευεργετικά ενώ άλλα είναι επιβλαβή. Όταν αυξηθεί ο αριθμός των επιβλαβών βακτηρίων σε μια περιοχή, μπορούν να προκύψουν προβλήματα. Ο κόλπος φυσιολογικά περιέχει βακτήρια που ονομάζονται γαλακτοβάκιλλοι. Αυτοί παράγουν γαλακτικό οξύ μετατρέποντας το περιβάλλον του κόλπου σε ελαφρώς όξινο και με τον τρόπο αυτό εμποδίζουν την ανάπτυξη άλλων, δυνητικά επιβλαβών βακτηριδίων.
Αν μειωθεί ο αριθμός των γαλακτοβάκιλλων, ελαττώνεται η παραγωγή γαλακτικού οξέος και ο κόλπος γίνεται λιγότερο όξινος, δίνοντας την ευκαιρία σε άλλα βακτήρια να αναπτυχθούν.
Πως αναπτύσσεται η βακτηριακή κολπίτιδα;
Συχνά αναπτύσσεται μετά από σεξουαλική επαφή με έναν νέο σύντροφο και είναι σπάνια σε γυναίκες που δεν είχαν ποτέ σεξουαλική επαφή.
Η βακτηριακή κολπίτιδα αυξάνει επίσης τον κίνδυνο ανάπτυξης σεξουαλικά μεταδιδόμενης λοίμωξης. Ωστόσο, δε θεωρείται σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα.
Η βακτηριακή κολπίτιδα είναι διαφορετική από τη μυκητιασική (καντιντιασική) κολπίτιδα ή την τριχομοναδική κολπίτιδα.
Πόσο συχνή είναι η βακτηριακή κολπίτιδα;
Η βακτηριακή κολπίτιδα αποτελεί τον πιο συχνό τύπο κολπικής μόλυνσης σε γυναίκες ηλικίας 15 έως 44 ετών.
Ποια είναι τα συμπτώματα της βακτηριακής κολπίτιδας;
Η βακτηριακή κολπίτιδα μπορεί να εμφανίζεται χωρίς συμπτώματα, αλλά εάν υπάρχουν συμπτώματα, περιλαμβάνουν κολπική έκκριση, κάψιμο και φαγούρα.
Η κολπική έκκριση μπορεί να είναι:
- Υδαρής και λεπτόρευστη
- Γκρι ή λευκό σε χρώμα
- Με δυσάρεστη οσμή, που συχνά περιγράφεται ως ψαρίλα, ιδιαίτερα μετά από σεξουαλική επαφή
Λιγότερο συχνά, μπορεί να υπάρχουν:
- Πόνος, κνησμός ή κάψιμο στην περιοχή του κόλπου
- Αίσθηση καψίματος κατά την ούρηση
- Φαγούρα στην περιοχή του αιδοίου
- Αίμα μετά από σεξουαλική επαφή
Μεταξύ 50 και 75% των γυναικών με βακτηριακή κολπίτιδα δεν θα έχουν συμπτώματα. Η βακτηριακή κολπίτιδα από μόνη της δεν θεωρείται επιβλαβής, αλλά μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη επιπλοκών.
Ποιες επιπλοκές μπορεί να προκαλέσει η βακτηριακή κολπίτιδα;
Οι επιπλοκές που έχουν συνδεθεί με τη βακτηριακή κολπίτιδα περιλαμβάνουν υψηλότερο κίνδυνο λοίμωξης από:
- HIV, καθώς η βακτηριακή κολπίτιδα αυξάνει την ευαισθησία στον ιό
- Σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως ο ιός του απλού έρπητα, τα χλαμύδια, η γονόρροια και ο ιός του ανθρώπινου θηλώματος (HPV)
- Μετεγχειρητικές λοιμώξεις μετά από επεμβάσεις στην περιοχή
Πιθανές επιπλοκές της βακτηριακής κολπίτιδας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης περιλαμβάνουν:
- Πρόωρο τοκετό
- Χαμηλό βάρος γέννησης
- Πρόωρη ρήξη των εμβρυικών υμένων
- Χοριοαμνιονιτιδα (φλεγμονή των μεμβρανών που περιβάλλουν το έμβρυο)
- Ενδομητρίτιδα, μετά τον τοκετό
Η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) μπορεί να έχει μικρότερα ποσοστά επιτυχίας αν μια γυναίκα έχει βακτηριακή κολπίτιδα.
Η βακτηριακή κολπίτιδα αυξάνει επίσης τον κίνδυνο πυελικής φλεγμονώδους νόσου, που μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένης της υπογονιμότητας, λόγω βλάβης των σαλπίγγων.
Ποιοι παράγοντες ευνοούν την ανάπτυξη βακτηριακής κολπίτιδας;
Κάθε γυναίκα μπορεί να εμφανίζει βακτηριακή κολπίτιδα, αλλά ορισμένες συμπεριφορές ή δραστηριότητες μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο:
- Κολπικές πλύσεις, είτε με νερό είτε με φαρμακευτικά σκευάσματα
- Χρήση αντισηπτικών στην περιοχή
- Νέος σεξουαλικός σύντροφος
- Πολλαπλοί σεξουαλικοί σύντροφοι
- Χρήση αρωματικών αφρόλουτρων ή σαπουνιών και κολπικών αποσμητικών
- Κάπνισμα
Η βακτηριακή κολπίτιδα δε μπορεί να μεταδοθεί από καθίσματα τουαλέτας, κρεβάτια, πισίνες ή επαφή με αντικείμενα.
Ποια είναι η θεραπεία της βακτηριακής κολπίτιδας;
Συχνά η βακτηριακή κολπίτιδα μπορεί να υποχωρήσει χωρίς θεραπεία, αλλά γυναίκες που παρουσιάζουν συμπτώματα θα πρέπει να απευθύνονται στο γυναικολόγο τους για να λάβουν θεραπεία, για την αποφυγή επιπλοκών.
Η θεραπεία συνίσταται στη χορήγηση των κατάλληλων αντιβιοτικών. Μπορεί να χορηγηθεί θεραπεία από το στόμα, τοπικά (κολπικό υπόθετο ή κρέμα) ή και σε συνδυασμό. Τα αντιβιοτικά είναι αποτελεσματικά σε περισσότερες από 90% των περιπτώσεων, αλλά ορισμένες γυναίκες θα παρουσιάσουν υποτροπή των συμπτωμάτων μέσα σε μερικές εβδομάδες.
Είναι σημαντικό να ολοκληρωθεί η θεραπεία που έχει συνταγογραφηθεί, ακόμη και αν τα συμπτώματα έχουν υποχωρήσει τελείως.
Μετά τη θεραπεία και εφόσον έχουν υποχωρήσει τα συμπτώματα, δεν απαιτείται επανέλεγχος με καλλιέργεια κολπικού εκκρίματος. Εξαίρεση αποτελεί η βακτηριακή κολπίτιδα στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπου συνίσταται επανέλεγχος με καλλιέργεια σε ένα μήνα μετά το θεραπεία.
Η θεραπεία του συντρόφου δε θεωρείται απαραίτητη.
Είναι συχνή η υποτροπή της βακτηριακής κολπίτιδας;
Περίπου 30% των γυναικών που θα ανταποκριθούν στην αρχική θεραπεία, θα εμφανίσουν υποτροπή μέσα στους επόμενους 3 μήνες και 50% μέσα στο επόμενο εξάμηνο.
Πως γίνετε η διάγνωση της βακτηριακής κολπίτιδας;
Σε αρκετές περιπτώσεις ο γυναικολόγος μπορεί να βάλει τη διάγνωση από το ιστορικό και την κλινική εξέταση, κατά την οποία θα διαπιστώσει την παρουσία δύσοσμων λεπτόρευστων λευκών ή γκριζωπών εκκρίσεων.
Αν η ασθενής είναι σεξουαλικά ενεργή μπορεί να απαιτηθούν διαγνωστικές εξετάσεις για τον αποκλεισμό της συνύπαρξης κάποιου σεξουαλικά μεταδιδόμενου νοσήματος.
Τα προβιοτικά βοηθούν στην πρόληψη και αντιμετώπιση της βακτηριακής κολπίτιδας;
Τα αποτελέσματα των μέχρι τώρα μελετών είναι αντιφατικά.
Υπάρχουν δεδομένα που δείχνουν ότι η λήψη προβιοτικών μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη και αντιμετώπιση της βακτηριακής κολπίτιδας, αλλά χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητα τους στη θεραπεία της βακτηριακής κολπίτιδας. Δεδομένου ότι δεν αναφέρονται σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες από τη χρήση προβιοτικών, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πρόληψη των υποτροπών.
Σχετικά θέματα: