Παρβοϊός B19 και εγκυμοσύνη

Παρβοϊός B19 και εγκυμοσύνη

Ο παρβοϊός Β19 είναι μια ευρέως διαδεδομένη λοίμωξη που μπορεί να επηρεάσει το 1-5% των εγκύων, κυρίως όμως με φυσιολογική έκβαση της εγκυμοσύνης .

Ο επιπολασμός της μόλυνσης είναι υψηλότερος κατά τη διάρκεια επιδημιών - μεταξύ 3% και 20% με ποσοστό ορομετατροπής (ανάπτυξης αντισωμάτων) 3-34%.

Τι είναι ο παρβοϊός (Parvovirus B 19) και ποια είναι η γεωγραφική, ηλικιακή και εποχική κατανομή των λοιμώξεων που προκαλεί;

Ο παρβοϊός B19 (Parvovirus B19) είναι το πιο γνωστό μέλος του γένους των ερυθροπαρβοϊών, που παίρνουν το όνομα τους από την ιδιαίτερη «αγάπη» που έχουν για προσβολή των πρόδρομων κυττάρων των ερυθρών αιμοσφαιρίων του αίματος. O παρβοϊός B19 προσβάλει αποκλειστικά των άνθρωπο και όχι ζώα (πχ σκύλος και γάτα) όπως συμβαίνει με άλλους παρβοϊούς. Η προσβολή από τον παρβοϊό B19 συμβαίνει συνήθως την Άνοιξη και τις αρχές του Καλοκαιριού. Μπορεί να παρουσιασστεί σε οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου με περιπτώσεις λοιμώξεων που εμφανίζονται είτε μεμονωμένα είτε με τη μορφή σποραδικών εξάρσεων ή ακόμα και μικρών τοπικών επιδημιών, όπως συχνότερα συμβαίνει σε σχολικές μονάδες όπου μπορεί να προσβληθεί ποσοστό 25-50% των μαθητών. Οι τοπικές επιδημίες ή σποραδικές εξάρσεις μπορεί να ακολουθούν κύκλους επανεμφάνισης κάθε 4-10 χρόνια. Η προσβολή από τον ιό συμβαίνει κυρίως κατά τη σχολική ηλικία, ώστε στην ηλικία των 15 ετών οι μισοί περίπου έφηβοι να έχουν νοσήσει από τον ιό. Στην ενήλικη ζωή το ποσοστό αυτό φτάνει το 60%-70% και σε προχωρημένη ηλικία το 80%-90% των ανθρώπων έχουν προσβληθεί από τον παρβοϊό.

Πώς μεταδίδεται ο παρβοϊός Β19;
Ο παρβοϊός Β19 μεταδίδεται κυρίως μέσω των εκκρίσεων του αναπνευστικού (με μεγάλα σταγονίδια που φτάνουν σε ακτίνα τα 2 μέτρα), οπότε προϋποθέτει στενή επαφή με άτομο που έχει νοσεί, ή επαφή με μολυσμένες επιφάνειες και κατόπιν τη μεταφορά του ιού με τα χέρια στη μύτη, στα μάτια και στο στόμα και την πρόκληση λοίμωξης. Κάποιος που νοσεί είναι πιο μεταδοτικός στα αρχικά στάδια της νόσου, όταν παρουσιάζει πυρετό και συμπτώματα λοίμωξης του αναπνευστικού, ενώ σε μετέπειτα στάδια της νόσου, όπως όταν εμφανιστεί το χαρακτηριστικό εξάνθημα της νόσου, είναι πολύ λιγότερο ή καθόλου μεταδοτικός. Ο παρβοϊός Β19, είναι επίσης δυνατόν να μεταδοθεί με το αίμα (αυξημένος κίνδυνος σε άτομα με συχνές μεταγγίσεις και σε χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών) και από την έγκυο μητέρα στο έμβρυο με κίνδυνο για επιπλοκές του εμβρύου, όταν η μετάδοση συμβεί στις πρώτες 20 εβδομάδες της εγκυμοσύνης.

Ποια είναι τα συμπτώματα της λοίμωξης από παρβοϊό Β19;
Ο παρβοϊός B19 προκαλεί σε παιδιά και εφήβους το λοιμώδες ερύθημα (γνωστό επίσης και ως πέμπτη νόσος) γιατί κατατάσσεται μέσα στις πέντε κλασσικές παιδικές αρρώστιες που εκδηλώνονται με εξάνθημα (ιλαρά, ερυθρά, παρωτίτιδα, οστρακιά). Υπάρχει πυρετός και συμπτώματα ιογενούς λοίμωξης (κεφαλαλγίες, πονόλαιμος, βήχας, ρινική συμφόρηση, επιπεφυκίτιδα). Στη συνέχεια της νόσου εμφανίζεται ένα χαρακτηριστικό εξάνθημα που αρχίζει από το πρόσωπο και προσομοιάζει με "χαστουκισμένα" μάγουλα, ενώ γύρω από το στόμα υπάρχει σχετική ωχρότητα. Ακολούθως επεκτείνεται στα άκρα (με περιφερική κατανομή τύπου γαντιών - καλτσών), στον κορμό και στους γλουτούς. Το εξάνθημα μπορεί να επιμείνει για αρκετές εβδομάδες με υφέσεις και εξάρσεις. Ο παρβοϊός μπορεί να προκαλέσει επίσης πόνο στις αρθρώσεις (κυρίως σε ενήλικες, σπάνια στα παιδιά). Περίπου 20% όσων έχουν προσβληθεί από παρβοϊό Β19 δε θα εμφανίσουν καθόλου συμπτώματα, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία θα νοσήσει ήπια, όπως σε μια ήπια ίωση.

Τι προκαλεί η μόλυνση από  παρβοϊό Β19 στη διάρκεια της εγκυμοσύνης;
Η μόλυνση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να προκαλέσει διάφορα σημάδια εμβρυϊκής βλάβης. Ο κίνδυνος δυσμενούς έκβασης του εμβρύου αυξάνεται εάν η μητρική λοίμωξη συμβεί κατά τα δύο πρώτα τρίμηνα της εγκυμοσύνης, αλλά μπορεί επίσης να συμβεί και κατά το τρίτο τρίμηνο.
Η λοίμωξη από παρβοϊό Β19 είναι μια σημαντική αιτία εμβρυϊκής απώλειας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά έχει μεγαλύτερη επίδραση στο δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης, όταν η αυτόματη απώλεια εμβρύου από άλλες αιτίες είναι σχετικά σπάνια. Η λοίμωξη από παρβοϊό μπορεί να προκαλέσει διαρκή εμβρυϊκή αναιμία ως αποτέλεσμα λοίμωξης στα προγονικά κύτταρα του εμβρύου με μειωμένη ημιζωή των ερυθροκυττάρων, προκαλώντας καρδιακή ανεπάρκεια υψηλής απόδοσης και επομένως μη ανοσοποιητικό εμβρυϊκό ύδρωπα . Το αντιγόνο P που εκφράζεται στα εμβρυϊκά καρδιακά μυοκύτταρα επιτρέπει στον παρβοϊό Β19 να μολύνει τα κύτταρα του μυοκαρδίου και να προκαλέσει μυοκαρδίτιδα που επιδεινώνει την καρδιακή ανεπάρκεια. Αν και υπάρχουν αρκετές αναφορές για σημαντικές συγγενείς ανωμαλίες μεταξύ των μητέρων που έχουν μολυνθεί από τον παρβοϊό, ο ιός δεν φαίνεται να είναι σημαντικός τερατογόνος παράγοντας. Δεδομένου ότι η λοίμωξη από τον παρβοϊό B19 μπορεί να προκαλέσει σοβαρή νοσηρότητα και θνησιμότητα, θα πρέπει να αποτελεί μέρος της συνήθους έρευνας για εγκυμοσύνες που παρουσιάζουν επιπλοκές. Η εκτίμηση κινδύνου για μητρική λοίμωξη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι ιδιαίτερα σημαντική κατά τη διάρκεια επιδημιών όπου τα ποσοστά μόλυνσης είναι υψηλά.

Η μόλυνση από τον παρβοϊό Β19 σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα κλινικών εκδηλώσεων και εκβάσεων. Τα αποτελέσματα μπορεί να κυμαίνονται από μια ανεπίπλεκτη εγκυμοσύνη έως σοβαρό εμβρυϊκό ύδρωπα ή ενδομήτριο εμβρυϊκό θάνατο. Τα μητρικά συμπτώματα μπορεί να μην είναι ειδικά και μπορεί να καθυστερήσουν την έγκαιρη διάγνωση.

1. Αυτόματες αποβολές

Το ποσοστό αυτόματων αποβολών σε εγκύους που έχουν προσβληθεί από παρβοϊό Β19 πριν από την 20η εβδομάδα κύησης είναι 14,8% και μετά την 20η εβδομάδα κύησης είναι 2,3%. Ο λόγος είναι αβέβαιος, αλλά μπορεί να σχετίζεται με πολυσυστηματική βλάβη οργάνων.

2. Συγγενείς ανωμαλίες

Αν και έχουν αναφερθεί περιπτώσεις ανωμαλιών του κεντρικού νευρικού συστήματος, κρανιοπροσωπικών και οφθαλμικών ανωμαλιών, ωστόσο, δεν έχει αποδειχθεί συσχέτιση μεταξύ της λοίμωξης από παρβοϊό στην εγκυμοσύνη και του αυξημένου κινδύνου συγγενών ανωμαλιών στο ανθρώπινο έμβρυο.

3. Ύδρωπας

Η συσχέτιση μεταξύ της λοίμωξης από παρβοϊό στην εγκυμοσύνη και του εμβρυϊκού ύδρωπα έχει αποδειχθεί σαφώς. Πιθανοί μηχανισμοί είναι η εμβρυϊκή αναιμία (λόγω της διέλευσης του ιού από τον πλακούντα) σε συνδυασμό με τον μικρότερο χρόνο ημιζωής των ερυθρών αιμοσφαιρίων του εμβρύου, που οδηγεί σε σοβαρή αναιμία, υποξία και καρδιακή ανεπάρκεια υψηλής παροχής. Άλλες πιθανές αιτίες είναι η εμβρυϊκή ιογενής μυοκαρδίτιδα που οδηγεί σε καρδιακή ανεπάρκεια και η εξασθενημένη ηπατική λειτουργία που προκαλείται τόσο από άμεση βλάβη των ηπατοκυττάρων από τον ιό, όσο και έμμεση βλάβη λόγω εναποθέσεων αιμοσιδερίνης. Όταν η μόλυνση συμβεί πριν από την 19η έως την 20η εβδομάδα κύησης, υπάρχει υψηλότερο ποσοστό απώλειας του εμβρύου σε σύγκριση με τη νόσηση μετά από τις 20 εβδομάδες της εγκυμοσύνης. Τα υπερηχογραφικά σημεία σε ένα έμβρυο με ύδρωπα περιλαμβάνουν ασκίτη, οίδημα δέρματος, υπεζωκοτικές και περικαρδιακές συλλογές και οίδημα του πλακούντα.

Διάγνωση εμβρυϊκής αναιμίας
Τα παθολογικά ευρήματα στο Doppler μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας σε εγκυμοσύνες υψηλού κινδύνου και παρουσία κάποιας εμβρυϊκής παθολογίας είναι ένας πολύ σημαντικός δείκτης εμβρυϊκής αναιμίας.

Η μέγιστη συστολική ταχύτητα της μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας (MCA-PSV) είναι ένα υψηλής ευαισθησίας μη επεμβατικό μέσο για τον προσδιορισμό του βαθμού εμβρυϊκής αναιμίας. Η χρήση του MCA-PSV στη διαχείριση κυήσεων με κίνδυνο εμβρυϊκής αναιμίας επιτρέπει τη μείωση του αριθμού των επεμβατικών διαδικασιών.

Μακροχρόνια νεογνική έκβαση
Υπήρξαν λίγες μελέτες για τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις στα παιδιά της μητρικής λοίμωξης από παρβοϊό Β19. Οι νεογνικές επιπλοκές της λοίμωξης από τον παρβοϊό Β19 της μητέρας έχουν αναφερθεί, συμπεριλαμβανομένης της ηπατικής ανεπάρκειας, της μυοκαρδίτιδας, της αναιμίας που εξαρτάται από τη μετάγγιση και των ανωμαλιών του κεντρικού νευρικού συστήματος. Ωστόσο, όσον αφορά την επίπτωση συγγενών ανωμαλιών, γενικών μαθησιακών δυσκολιών ή νευρολογικών αναπηριών, δεν βρέθηκε αυξημένος κίνδυνος ανεπιθύμητης έκβασης σε παιδιά μητέρων με λοίμωξη από παρβοϊό κατά την εγκυμοσύνη σε ηλικία ενός έτους (182 παιδιά) και 7 έως 10 ετών (129 παιδιά). Τα περισσότερα παιδιά που γεννιούνται από μητέρες που εμφάνισαν λοίμωξη από παρβοϊό Β19 στην εγκυμοσύνη δεν φαίνεται να υποφέρουν από μακροχρόνιες συνέπειες, αλλά απαιτούνται περαιτέρω μελέτες. Ο ίδιος ο παρβοϊός Β19 δεν φαίνεται να προκαλεί μακροχρόνια νευρολογική νοσηρότητα, αλλά η σοβαρή αναιμία μπορεί να είναι ένας ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για μακροχρόνια νευρολογικά επακόλουθα.


Πώς γίνεται η διάγνωση της νόσου;
Η υπόνοια νόσησης από παρβοϊό Β19 τίθεται με βάση την κλινική εικόνα και το χαρακτηριστικό εξάνθημα, ενώ η διάγνωση επιβεβαιώνεται με ειδική ορολογική εξέταση αίματος για την ανίχνευση αντισωμάτων έναντι του ιού (IgG & IgM) ή με μοριακή εξέταση του αίματος για την ανίχνευση του γονιδιακού υλικού του ιού (PCR).

Ποια είναι η θεραπεία;
Επί του παρόντος, δεν υπάρχει διαθέσιμη αντιϊική θεραπεία ή εμβόλιο.
Οι ήπιες μορφές αντιμετωπίζονται συμπτωματικά με λήψη αντιπυρετικών, καλή ενυδάτωση και ανάπαυση. Σε περιπτώσεις αρθρίτιδας χορηγούνται αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
Οι σοβαρές μορφές της νόσου και οι επιπλοκές αντιμετωπίζονται με νοσηλεία του ασθενούς και υποστήριξη με μεταγγίσεις, αν έχει αναπτυχθεί σοβαρή αναιμία (απλαστική κρίση), ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις χορηγούνται και ανοσολογικές θεραπείες.

Ποια είναι τα μέτρα πρόληψης;
Επειδή δεν υπάρχει εμβόλιο, τα μέτρα πρόληψης εστιάζονται στην αποφυγή στενής επαφής με άτομα που νοσούν και στην τήρηση σχολαστικών κανόνων υγιεινής, όπως το τακτικό πλύσιμο των χεριών με σαπούνι και νερό, ειδικά μετά από επαφή με κοινόχρηστες επιφάνειες, καθώς και η αποφυγή της κοινής χρήσης τροφίμων ή ποτών.
Όσοι νοσούν, θα πρέπει να παραμένουν σπίτι για το διάστημα που εμφανίζουν πυρετό (μεταδοτικό στάδιο) και να καλύπτουν το στόμα και τη μύτη τους όταν βήχουν ή φτερνίζονται, ώστε να αποφευχθεί η διασπορά και η μετάδοση του ιού.
Έγκυες με επαγγέλματα υψηλού κινδύνου (π.χ. εργαζόμενες στον τομέα της υγείας, παιδικούς σταθμούς, σχολεία κλπ) πρέπει να είναι ιδιαίτερα επιμελείς στην τήρηση των ανωτέρω. Επειδή ο κίνδυνος προσβολής από τον ιό είναι παρόμοιος και στην κοινότητα, δεν συνιστάται αποχή από την εργασία τους. Ο αποκλεισμός από την εργασία ως μέτρο πρόληψης της λοίμωξης από παρβοϊό Β19 σε οροαρνητικές εγκύους και μέχρι την 21η εβδομάδα κυήσεως μπορεί να εφαρμοστεί σε περιπτώσεις που υπάρχει συρροή κρουσμάτων στο χώρο εργασίας (2 ή περισσότερα κρούσματα σε ασθενείς ή προσωπικό του, νοσοκομείου εντός τριών εβδομάδων, ή 2 κρούσματα στην ίδια τάξη ή τρία στην ίδια σχολική μονάδα σε διάστημα τριών εβδομάδων).


Σχετικά θέματα: