Τα από του στόματος αντιμυκητιασικά μπορεί να αυξάνουν των κίνδυνο ορισμένων συγγενών ανωμαλιών
Η χρήση από του στόματος φλουκοναζόλης ή ιτρακοναζόλης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ορισμένων συγγενών ανωμαλιών, σύμφωνα με συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο International Journal of Gynecology and Obstetrics.
Υπολογίζεται ότι πάνω από το 60% των υγιών προεμμηνοπαυσιακών γυναικών παρουσιάζουν αποικισμό του κόλπου με Candida Albicans και το 75% όλων των γυναικών θα εμφανίσουν τουλάχιστον ένα επεισόδιο με συμπτώματα λόγω λοίμωξης από Candida Albicans κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Λόγω των αυξημένων επιπέδων ορμονών φύλου, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, υπάρχει η τάση να εμφανίζεται συχνότερα μυκητιασική αιδοιοκολπίτιδα, και μπορεί να επιμένει και να σχετίζεται με σοβαρότερα συμπτώματα.
Οι τοπικές αζόλες (κλοτριμαζόλη, μικοναζόλη και άλλες) συνιστώνται συνήθως για τη θεραπεία της αιδοιοκολπικής καντιντίασης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Από τους στόματος χορηγούμενοι αντιμυκητιασικοί παράγοντες συνταγογραφούνται όταν αποτυγχάνει η τοπική θεραπεία, αλλά η ασφάλεια της χορήγησης τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παραμένει αμφισβητούμενη.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν την ασφάλεια των από του στόματος χορηγούμενων αντιμυκητιασικών παραγόντων κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης με βάση 9 μελέτες παρατήρησης που περιλάμβαναν 14.534 εγκύους που χρησιμοποίησαν φλουκοναζόλη και 1.311 εγκύους που χρησιμοποίησαν ιτρακοναζόλη.
Η συντριπτική πλειοψηφία των δεδομένων της μελέτης συλλέχθηκαν αφορούσε έκθεση κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, διάστημα το οποίο είναι πιο πιθανό η λήψη ενός φαρμάκου να σχετίζεται με τερατογόνο επίδραση.
Η παρούσα μετα-ανάλυση υποδηλώνει ότι τόσο η φλουκοναζόλη όσο και η ιτρακοναζόλη χρησιμοποιούνται συχνά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, παρά τα ερωτηματικά που υπάρχουν για την ασφάλεια τους.
Γενικά, δεν υπήρχε σημαντική διαφορά στον κίνδυνο των συγγενών ανωμαλιών μεταξύ των εγκύων που εκτέθηκαν σε φλουκοναζόλη ή ιτρακοναζόλη και σε εγκύους που δεν είχαν εκτεθεί. Όμως η χορήγηση φλουκοναζόλης ή ιτρακοναζόλης συσχετίστηκε με πιθανή αύξηση του κινδύνου ειδικών γενετικών ανωμαλιών.
Με την έκθεση στην φλουκοναζόλη, υπήρξε σημαντικά αυξημένη συχνότητα συγγενών καρδιακών ελλειμμάτων (1,52% έναντι 0,77% στο γενικό πληθυσμό) και ελαττωμάτων των άκρων (0,62% έναντι 0,56%). Η έκθεση σε ιτρακοναζόλη συσχετίστηκε με σημαντικά αυξημένη συχνότητα οφθαλμικών βλαβών (0,56% έναντι 0,04% στο γενικό πληθυσμό).
Η μετα-ανάλυση επίσης διαπίστωσε ότι η χορήγηση φλουκοναζόλης ή ιτρακοναζόλης δεν συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο αυτόματης αποβολής ή ενδομήτριου θανάτου.
Η τοπική εφαρμογή κλοτριμαζόλης αποτελεί θεραπεία πρώτης γραμμής και εξακολουθεί να είναι ασφαλής επιλογή. Η καντιντιασική αιδοικολπίτιδα αποτελεί ένα συχνό πρόβλημα στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και η θεραπεία ασυμπτωματικών εγκύων δεν αποτελεί επιλογή πρώτης γραμμής λόγω της υψηλής συχνότητας υποτροπής της νόσου μετά από τη θεραπεία.
Σχετικά θέματα: